Ημερίδα 3

Άννα Μερτζάνη

Ημερίδα 3

“Μαθαίνουμε να βάζουμε όρια: θυμός, νεύρα, παρορμητικότητα και πώς τα διαχειριζόμαστε”.

Στην τρίτη μας συνάντηση, αναπτύξαμε το μεγάλο και σημαντικό ζήτημα των Ορίων. Είδαμε γιατί είναι σημαντικά τα όρια, πότε δεν μπορούμε εμείς οι γονείς να τα βάλουμε και γιατί, πώς θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε τα δύσκολα συναισθήματα και πώς στη συνέχεια στην πράξη θα καταφέρουμε να ζητήσουμε ή να σταματήσουμε κάτι και με αυτό τον τρόπο να οριοθετήσουμε τελικά και την συμπεριφορά των παιδιών μας. Πάμε όμως να τα δούμε κι αναλυτικά:

Τα όρια είναι σημαντικά γιατί τα παιδιά τα ταυτίζουν με την αγάπη. Συγκεκριμένα, νιώθουν ασφάλεια όταν έχουν μια ρουτίνα ακόμα από την βρεφική ηλικία και ένα πρόγραμμα αργότερα στην νηπιακή ηλικία. Η καλύτερη μέθοδος διαπαιδαγώγησης είναι αυτή που συνδυάζει την πειθαρχία με την τρυφερότητα. Τα όρια και η τήρηση αυτών από εμάς πρώτα, συμπεριλαμβάνουν τα δύο παραπάνω: όσον αφορά την τρυφερότητα, ο τρόπος που θα επικοινωνήσουμε με τα παιδιά μας όταν βάζουμε όρια υποδηλώνει την αγάπη, το νοιάξιμο και την φροντίδα μας, και όσον αφορά την πειθαρχία, το παιδί εκπαιδεύεται όταν κάνει πράξη τα όρια που εμείς βάζουμε στο να βάζει όρια γενικότερα στη ζωή του, στον εαυτό του και στους άλλους.

Άννα Μερτζάνη

Ημερίδα 3

“Μαθαίνουμε να βάζουμε όρια: θυμός, νεύρα, παρορμητικότητα και πώς τα διαχειριζόμαστε”.

Στην τρίτη μας συνάντηση, αναπτύξαμε το μεγάλο και σημαντικό ζήτημα των Ορίων. Είδαμε γιατί είναι σημαντικά τα όρια, πότε δεν μπορούμε εμείς οι γονείς να τα βάλουμε και γιατί, πώς θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε τα δύσκολα συναισθήματα και πώς στη συνέχεια στην πράξη θα καταφέρουμε να ζητήσουμε ή να σταματήσουμε κάτι και με αυτό τον τρόπο να οριοθετήσουμε τελικά και την συμπεριφορά των παιδιών μας. Πάμε όμως να τα δούμε κι αναλυτικά:

Τα όρια είναι σημαντικά γιατί τα παιδιά τα ταυτίζουν με την αγάπη. Συγκεκριμένα, νιώθουν ασφάλεια όταν έχουν μια ρουτίνα ακόμα από την βρεφική ηλικία και ένα πρόγραμμα αργότερα στην νηπιακή ηλικία. Η καλύτερη μέθοδος διαπαιδαγώγησης είναι αυτή που συνδυάζει την πειθαρχία με την τρυφερότητα. Τα όρια και η τήρηση αυτών από εμάς πρώτα, συμπεριλαμβάνουν τα δύο παραπάνω: όσον αφορά την τρυφερότητα, ο τρόπος που θα επικοινωνήσουμε με τα παιδιά μας όταν βάζουμε όρια υποδηλώνει την αγάπη, το νοιάξιμο και την φροντίδα μας, και όσον αφορά την πειθαρχία, το παιδί εκπαιδεύεται όταν κάνει πράξη τα όρια που εμείς βάζουμε στο να βάζει όρια γενικότερα στη ζωή του, στον εαυτό του και στους άλλους.

Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει ότι εμείς σαν γονείς δεν μπορούμε να βάζουμε όρια, όταν:

α) είμαστε εμείς ή το παιδί μας σε κατάσταση θυμού,
β) έχουμε συσσωρευμένη κούραση, απογοήτευση ή νεύρα και θέλουμε κάπου να ξεσπάσουμε,
γ) συμβαίνει κάτι και η απάντηση μας σε αυτό είναι παρορμητική ή αντίστοιχα όταν το παιδί μας δείχνει να έχει χάσει τον έλεγχο

Επομένως είμαι σε θέση να βάλω όρια όταν:

α) δεν είμαι θυμωμένος/η και το ίδιο και το παιδί μου δεν είναι σε κατάσταση θυμού
β) έχω ξεσπάσει κάπου τα νεύρα ή την απογοήτευση μου κι είμαι ξεκούραστος/η- ήρεμος-η
γ) είμαι συνειδητός-η σε αυτό που κάνω τη δεδομένη στιγμή (όχι παρορμητικός-η)

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ;

Για να μπορέσω να βάλω όρια, θα πρέπει να αναγνωρίσω πόσο σημαντικά είναι τα όρια για εμένα. Η διαχείριση του θυμού είναι πολύ βασική σε αυτό το στάδιο. Το συναίσθημα του θυμού, αν το αναλύσουμε στο εδώ και τώρα (γιατί υπάρχει κι ο συσσωρευμένος θυμός από το παρελθόν), έχει συνήθως να κάνει με 2 αίτια: την καταπάτηση των ορίων μου ή την παραβίαση των δικαιωμάτων μου. Μπορείτε εδώ να αναρωτηθείτε ποια είναι τα δικαιώματα σας σαν γονείς (π.χ. δικαίωμα στην ξεκούραση, στον προσωπικό χρόνο, στο να μην είμαι τέλειος) και ποια είναι τα όρια σας σας (π.χ. όριο στο πόση κατανόηση θα έχω ή στις ερωτήσεις που θα απαντήσω, στα ναι που θα πω).

Μέσα από ασκήσεις είδαμε στη συνέχεια πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε και να μοιραστούμε πώς νιώθουμε όταν καταπατώνται τα δικά μας όρια και όταν παραβιάζονται τα δικά μας δικαιώματα και αναλύσαμε τρόπους εκτόνωσης του θυμού. Τα νεύρα, η κούραση, η απογοήτευση είναι και αυτά συναισθήματα που όπως και ο θυμός με εμποδίζουν να βάλω όρια. Το να μάθω να τα εκφράζω, μέσω ασκήσεων πάλι, βοηθάει να τα εκτονώσω και να βρεθώ στο στάδιο όπου θα είμαι πλέον ικανός-η να βάλω όρια. Αν εμείς μπορούμε να θέσουμε τα όρια, θα είναι πολύ πιο εύκολο και για τα παιδιά μας να τα κατανοήσουν και να τα τηρήσουν.

Αφού λοιπόν, συνειδητοποιήσω και εκφράσω την δική μου ψυχική και συναισθηματική κατάσταση, το επόμενο στάδιο είναι να περάσω στην εφαρμογή των ορίων:

α) όταν θέλω να ζητήσω κάτι από το παιδί μου
β) όταν θέλω κάτι να σταματήσει

Η πρώτη περίπτωση είναι πιο απλή, ενώ η δεύτερη πιο δύσκολη- απαιτητική. Όταν για παράδειγμα θέλουμε να ζητήσουμε από το παιδί να ετοιμαστεί για να φύγουμε:

“ Θέλω σε παρακαλώ σε 15-20 λεπτά να φύγουμε από το σπίτι, γιατί…
Είναι ώρα να φύγουμε, έλα να ετοιμαστείς.
Αν δεν έρθεις εγώ θα φύγω χωρίς εσένα.
Αντίο…”

Με τις παραπάνω τρεις φράσεις καταφέραμε να γίνουμε : ευγενικοί (σε παρακαλώ…), επεξηγηματικοί ( θέλω, γιατί…), προειδοποιητικοί (είναι ώρα, αν δεν έρθεις…), δώσαμε χρόνο (15, 20 λεπτά)

Σημαντικό ρόλο εδώ παίζει μετά την επικοινωνία, και η εφαρμογή των ορίων και το βίωμα των συνεπειών από το παιδί. Να φύγουμε χωρίς αυτό, όταν φυσικά αυτό είναι εφικτό, ή απλά να απομακρυνθούμε, αφού τα μικρότερα παιδιά είναι σχεδόν πάντα αυτό που τα κινητοποιεί. Τέλος, ειδικά στις μικρές ηλικίες, η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης, αφού δεν είναι πάντα έτοιμα τα παιδιά, ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης, να εφαρμόσουν αυτό που θα τους ζητήσουμε. Επαναλαμβάνοντας το όμως και εφαρμόζοντας το για κάποιο χρονικό διάστημα, έρχεται η κατάλληλη στιγμή για το κάθε παιδάκι, όπου θα είναι έτοιμο να το κατανοήσει και να το καθιερώσει σαν συμπεριφορά πια. Όσο σημαντική είναι η επανάληψη στις μικρές ηλικίες, άλλο

τόσο είναι οι συνέπειες στις μεγαλύτερες.

Πάμε και στην δεύτερη περίπτωση, όταν θέλουμε μια συμπεριφορά να σταματήσει. Είναι πιο απαιτητική αυτή η συνθήκη, γιατί θα πρέπει πρώτα να έχουμε αναγνωρίσει, όπως είδαμε και παραπάνω, τα όρια και τα δικαιώματα μας που καταπατώνται ή παραβιάζονται. Θα σας αναφέρω εδώ σαν παράδειγμα ένα δικό μου όριο που καταπατάται, αυτό τις υπομονής σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά του παιδιού μου, όπως κι ένα δικαίωμα που νιώθω ότι έχω σαν γονιός, αυτό στην επικοινωνία, να λέω κάτι και να μπορώ να συνεννοηθώ, να με ακούσει, να το κατανοήσει…

Κάθε φορά που σου λέω κάτι κι εσύ δεν με ακούς, κάνεις τα δικά σου, συνεχώς αντιστέκεσαι και προσπαθείς να διαπραγματευτείς…αισθάνομαι ότι χάνεται η επικοινωνία μας, νιώθω θυμό, εξάντληση κι απογοήτευση. Εάν συνεχίσεις έτσι, δεν θα μπορώ να επικοινωνώ μαζί σου καθόλου, δεν θα μπορώ να σου μιλάω καθόλου”

 Ας το δούμε αναλυτικότερα: περιέγραψα την συμπεριφορά του παιδιού ( δεν με ακούς, κάνεις τα δικά σου κλπ), είπα πώς αισθάνομαι (ότι χάνεται η επικοινωνία, κλπ), προειδοποιώ, λέω πώς θα πράξω εάν συνεχιστεί η ίδια συμπεριφορά και τέλος, περνάω στην πράξη, εφαρμόζω τις συνέπειες.

Διευκρινίζω εδώ ότι τα μεγαλύτερα παιδιά είναι τις περισσότερες φορές σε θέση να κατανοήσουν την παραπάνω τοποθέτηση και να μην χρειαστεί να φτάσουμε στην εφαρμογή των συνεπειών, ενώ τα μικρότερα δεν θα κατανοήσουν την περιγραφή και τα συναισθήματα μας (καθώς είναι στο εγωκεντρικό στάδιο ανάπτυξης), αλλά θα κατανοήσουν βιωματικά όταν εφαρμόσουμε τις συνέπειες. Πάντα βέβαια πρέπει να προσαρμόζουμε τις συνέπειες, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, ώστε να μην το πάρει σαν τιμωρία και το τραυματίσουμε ψυχικά.

Όλα τα παραπάνω μπορεί να φαντάζουν σκληρά, δύσκολα, ακατόρθωτα, τρομακτικά… Όταν όμως έχουμε αυτογνωσία, επαφή με τα συναισθήματα μας και σαφή κι ειλικρινή επικοινωνία με τα παιδιά μας, μπορούμε πραγματικά να βάλουμε ΟΡΙΑ, και να δημιουργήσουμε ένα ασφαλές περιβάλλον όπου τα παιδιά μας θα βιώνουν αγάπη.

Επιπλέον, μέσα από το παράδειγμα μας, όταν εμείς ξέρουμε να βάζουμε όρια, τα προετοιμάζουμε και τα μαθαίνουμε:

  • να λένε ΟΧΙ,
  • να βάζουν πρώτα στον εαυτό τους και κατ’ επέκταση στους γύρω τους όρια,
  • να σέβονται τις ανάγκες, τα δικαιώματα, τα συναισθήματα τα δικά τους και των άλλων,
  • να εμπιστεύονται τη ζωή και ταυτόχρονα να μπορούν να προστατεύουν τους εαυτούς τους και τους άλλους από ό,τι τους φθείρει και τους καταστρέφει.